Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2012

Μάχη του Καματερού

Στο Ναύπλιο είχε φτάσει πριν από λίγες εβδομάδες από την Γαλλία ο Έλληνας Κεφαλλονίτης Συνταγματάρχης Μπούρμπαχης, ο οποίος αφού εντίμως υπηρέτησε στην Γαλλία επέστρεψε στην Ελλάδα για να μπει στην υπηρεσία της πατρίδας του. Με άδεια της Κυβέρνησης και βοηθούμενος από φιλέλληνες στρατολόγησε περίπου οκτακόσιους πολεμιστές μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου.
Ο Μπούρμπαχης εκστράτευσε στην Ανατολική Ελλάδα για να ενισχύσει τον στρατό του Καραϊσκάκη, έλαβε όμως διαταγή της Κυβέρνησης και πήγε στην Ελευσίνα όπου στρατοπέδευε ο Βάσσος. Στα μέσα Ιανουαρίου παρουσιάστηκε εκεί και ο Παναγιώτης Νοταράς με χίλιους διακόσιους μισθωτούς και επαρχιώτες του, ώστε το στρατόπεδο συμπλήρωσε τρεις χιλιάδες. Με διαταγή της Κυβέρνησης ήρθαν στην Σαλαμίνα άλλοι χίλιοι εννιακόσιοι υπό τις διαταγές του Ιωάννη Νοταρά, Μακρυγιάννη και Καλλέργη, και τετρακόσιοι τακτικοί υπό του Ταγματάρχη Ιγγλέση, καθώς και μερικοί ιππείς χωρίς άλογα.

Οι Ελευσίνιοι εκστράτευσαν την νύχτα της 20ής Ιανουαρίου και την επόμενη έφτασαν στην Χασιά, από όπου την αυγή οι περισσότεροι διευθύνθηκαν στο Μενίδι. Εκεί υπήρχε φρουρά Οθομανών. Λίγοι παρουσιάστηκαν στο χωριό, ενώ οι υπόλοιποι κρύφτηκαν στα βουνά παραμονεύοντας. Οι Τούρκοι βλέποντας τους λίγους Έλληνες βγήκαν για να τους κυνηγήσουν, έπεσαν όμως σε παγίδα και τράπηκαν σε φυγή, βρίσκοντας καταφύγιο σε ένα εκκλησάκι στο Μενίδι. Οι Έλληνες τους καταδίωξαν και μπήκαν στο χωριό, αλλά μην μπορώντας να κυριεύσουν την εκκλησία μέχρι το βράδυ επέστρεψαν στην Χασιά. Ο Καραϊσκάκης μαθαίνοντας τα περί προετοιμασίας του Βάσσου, Νοταρά και Μπούρμπαχη και υποπτευόμενος ότι θα πέσουν σε λάθος, τους έγραψε να φυλαχθούν και να μην κάνουν καμία κίνηση μέχρι να έρθει, για να σκεφτούν μαζί τι πρέπει να γίνει.


24 Ιανουαρίου

Στις 24 Ιανουαρίου τρεις ώρες μετά την δύση του ήλιου απέπλευσε στράτευμα από την Σαλαμίνα υπό τις διαταγές του φιλέλληνα Γκόρντον και τα μεσάνυχτα έφτασαν στο Φάληρο. Ο αρχηγός και το υπ' αυτόν στράτευμα είχε στην υπηρεσία του το ατμόπλοιο Καρτερία, τρία πολεμικά βρίκια, πέντε κανονιοφόρους και ένα μύστικο. Είχαν ακόμη και μία πεδινή κανονιοστοιχία από 15 κανόνια από τρεις μέχρι δεκατέσσερις λίτρες υπό την διεύθυνση 25 φιλελλήνων και 50 πυροβολιστών Ψαριανών, έμπειρων ανθρώπων. Τα παραθαλάσσια διαφύλλαγαν 200 Τούρκοι κατέχοντας την θέση της Μονής του Αγίου Σπυρίδωνα, ώστε οι Έλληνες αποβιβαζόμενοι στο Φάληρο μπόρεσαν ανενόχλητα την ίδια νύχτα να καταλάβουν το φρούριο που βρίσκεται επάνω από την Μουνιχία. Πριν ακόμα φέξει περιτριγύρισαν την θέση αυτή, και έστησαν και πέντε κανόνια. Την επόμενη ξεκίνησαν να κυριεύσουν το Μοναστήρι. Έπλευσε και η Καρτερία στο λιμάνι του Πειραιά, το κανονιοβόλησε σφοδρά και κατεδάφισε ένα μέρος του. Μέσα στο ρήγμα αυτό όρμησαν πεντακόσιοι υπό τον Ιωάννη Νοταρά με σκοπό να το κυριεύσουν, αλλά αποκρούστηκαν και επέστρεψαν στο φρούριο. Μετά την σύγκρουση αυτή κατέβηκε ο Κιουταχής συνοδευόμενος με πολλούς ιππείς και παρατήρησε την θέση των Ελλήνων και ανέβηκε στο στρατόπεδό του που ήταν στα Πατήσια.

25 Ιανουαρίου

Την επόμενη μέρα η Καρτερία άρχισε τον κανονιοβολισμό κατά της Μονής. Κατά την διάρκεια του κανονιοβολισμού έφθασε ο Κιουταχής με πολυάριθμο πεζικό και ιππικό και με δύο κανόνια, τα οποία τα έστησε σε ένα ύψωμα. Κανονιοβόλησε την Καρτερία και της προξένησε βλάβη, αναγκάζοντάς την να απομακρυνθεί. Ο Κιουταχής επισκεύτηκε το Μοναστήρι και έστησε μέσα εκεί τριακόσιους στρατιώτες και σε έναν λόφο κανόνια και μια βοβμοβόλο και επέστρεψε.

27 Ιανουαρίου

Η εκστρατεία της Χασιάς που είχε φτάσει στο Καματερό κοντά στο Χαϊδάρι με δύναμη τριών χιλιάδων πολεμιστών ήταν υπό τις διαταγές τριών αρχηγών, οι οποίοι δεν συμφωνούσαν ως προς την πολεμική τακτική. Οι μεν Βάσος και Νοταράς που ήταν έμπειροι στις μάχες με τους Τούρκους πρότειναν να οχυρωθούν σε ύψωμα και να αμυνθούν. Αλλά ο Μπούρμπαχης, άπειρος στους αγώνες αντέδρασε ισχυρά και ανάγκασε και τους άλλους δυο αρχηγούς να συμφωνήσουν μαζί του. Έτσι ο Μπούρμπαχης με τους άνδρες του κατέβηκε στην πεδιάδα, οι δε άλλοι δυο τοποθετήθηκαν πιο πίσω μακρυά ένα τέταρτο του μιλίου στα ριζώματα των βουνών. Ο εχθρός μαθαίνοντας ότι ο Ελληνικός στρατός είχε φτάσει, πήρε δύο χιλιάδες πεζούς και 600 ιππείς, ξεκίνησε και παρουσιάστηκε μπροστά τους με την ανατολή του ηλίου στις 27 Ιανουαρίου. Είχαν μαζί τους και δυο πεδινά πολυβόλα, τα οποία τα έστησε και κανονιοβολούσε κατά των ταγμάτων του Βάσου και του Νοταρά, ενώ οι ιππείς όρμησαν κατά των δυνάμεων του Μπούρμπαχη. Ο Μπούρμπαχης πολέμησε γενναία και απελπισμένα, αλλά η δύναμη του εχθρού ήταν πολύ μεγαλύτερη και πιο επιτήδεια στην μάχη. Οι Έλληνες ηττήθηκαν κατά κράτος. Σκοτώθηκαν 300 Έλληνες, μεταξύ αυτών και ο Μπούρμπαχης και δύο αξιωματικοί Γάλλοι και ο ιατρός του τάγματος. Όσοι μπόρεσαν έτρεξαν να γλυτώσουν, ενώ ο εχθρός καταδίωξε και τους άνδρες του Νοταρά και τους Βάσου πέρα από την Ελευσίνα, και κατέλαβε και την θέση αυτή. Οι Έλληνες αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην Σαλαμίνα.

29 Ιανουαρίου

Ο Κιουταχής μεθυσμένος από την νίκη του έστειλε την ίδια μέρα μήνυμα στο φρούριο προτρέποντας τους Έλληνες να προσκυνήσουν. Απάντηση δεν πήρε και ερεθίστηκε. Στις 29 Ιανουαρίου πήρε έξι κανόνια και ισχυρή δύναμη πεζών και ιππέων και κατέβηκε στην παραλία. Οι Έλληνες όμως είχαν προετοιμαστεί για αντίσταση. Βλέποντας τον εχθρό να έρχεται έστησαν και τα υπόλοιπα κανόνια, τα μεν επί του κέντρου, τα δε στο αριστερό μέρος. Το προς τον Πειραιά, το ασθενέστερο δυνάμωσαν βάζοντας στην παραλία δύο πλοία. Το δεξί μέρος του οχυρώματος κατείχαν οι Αθηναίοι με τον Μακρυγιάννη, στο δεξιό μέρος ήταν ο Καλλέργης και οι ιππείς χωρίς άλογα. Στο κέντρο βρίσκονταν ο Νοταράς. Την επίθεση των Τούρκων κατηύθυνε ο Σερασκέρης. Επί πέντε ώρες διάρκεσε η μάχη, στην οποία οι Έλληνες διακρίθηκαν για την γενναιότητα και την αντοχή τους. Τελικά, και μετά από πολλές φθορές νίκησαν οι Έλληνες φέροντας ως τρόπαιο νίκης μια σημαία και τριάντα πέντε κεφαλές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου